Τα πυράντοχα δομικά υλικά είναι ικανά να αντισταθούν (πυραντίσταση) για ένα καθορισμένο χρονικό διάστημα στα θερμικά αποτελέσματα της φωτιάς χωρίς απώλεια της ευστάθειας, της ακεραιότητας και της αντίστασης στη δίοδο της φωτιάς. Κρίνεται αναγκαίο οι κτιριακές εγκαταστάσεις (αποθήκες και βιομηχανίες) να προστατεύονται με ειδικά υλικά ή συνδυασμών υλικών με προκαθορισμένο βαθμό αντίστασης στη φωτιά έτσι ώστε να παρεμποδίζεται η εξάπλωσή της. Σύμφωνα με το Π.Δ. 71/88 οι σιδηρές κατασκευές χωρίς ειδική πυροπροστατευτική επίστρωση ή επένδυση θεωρούνται ότι παρουσιάζουν μηδενικό δείκτη πυραντίστασης, δεν καλύπτουν δηλαδή τις απαιτήσεις πυροπροστασίας. Στην Ελλάδα που χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη αυστηρών νόμων αλά και από την αδυναμία ελέγχου εκ μέρους ,των υπηρεσιών ως προς την εφαρμογή τους, εφαρμόστηκε ο γνωστός «ελληνικός τρόπος». Κατά την έκδοση της άδειας οικοδομής αναφέρεται ρητά ότι υπάρχει προστατευτική επίστρωση ή επένδυση, η οποία όμως δεν τοποθετείται ποτέ, λόγω του μεγάλου κόστους με αποτέλεσμα το σύνολο των μεταλλικών αποθηκών που υπάρχουν να μην πληρούν τις απαιτούμενες. Οι επικαλύψεις ή τα χρώματα μπορεί να προσφέρουν προστασία στις επιδράσεις του περιβάλλοντος και να επιτυγχάνουν μια αισθητική εμφάνιση, αλλά σε περίπτωση πυρκαγιάς οι οργανικές επικαλύψεις καίγονται και φυσικά δεν μπορούν να προσφέρουν την οποιαδήποτε προστασία στην κατασκευή, την οποία επικαλύπτουν. Για τον λόγο αυτό έχουν αναπτυχθεί ιδιαίτερες κατηγορίες επικαλύψεων ή χρωμάτων όπως τα πυράντοχα χρώματα και τα χρώματα πυροπροστασίας. Πυράντοχα χρώματα Τα περισσότερα χρώματα είναι οργανικές ενώσεις, συνήθως από ρητίνες (πολυμερή), τα οποία καίγονται άλλα ευκολότερα και άλλα δυσκολότερα. Τα πυράντοχα, όμως, χρώματα δεν καίγονται κάτω από ορισμένες συνθήκες. Περιέχουν ως πιγμέντο σκόνη ψευδαργύρου ή αλουμινίου, είναι δηλαδή χρώματος γκρι ή ασημί. Ωστόσο στην αγορά κυκλοφορούν και πυράντοχα χρώματα με άλλα χρωματιστά πιγμέντα, όπως ενώσεις καδμίου, νικελίου και οξείδια μετάλλων. Τα πυράντοχα χρώματα διακρίνονται ανάλογα με τη θερμοκρασία, στην οποία αντέχουν χωρίς να καούν. Τα χρώματα που έχουν την υψηλότερη αντοχή, της τάξεως των 600 βαθμών Κελσίου έως και 1000 βαθμών Κελσίου είναι αυτά που έχουν βάση ρητίνες σιλικόνης, με πιγμέντο σκόνη αλουμινίου. Τα πυράντοχα χρώματα δεν έχουν μεγάλη σχέση με την πυροπροστασία. Αντέχουν βέβαια σε υψηλές θερμοκρασίες, άλλα σε υψηλότερες και άλλα σε χαμηλότερες, δεν καίγονται εύκολα, αλλά δεν προστατεύουν ιδιαίτερα από την πυρκαγιά. Χρώματα πυροπροστασίας Τα χρώματα πυροπροστασίας διακρίνονται σε δύο είδη, ανάλογα με τον τρόπο δράσεως: • Χρώματα επιβραδυντικά φλόγας (flame retardant coatings). Πρόκειται για χρώματα τα οποία με κάποιον τρόπο ελκύουν κατά την καύση αέρια, τα οποία αραιώνουν ή απομονώνουν το οξυγόνο και παρεμποδίζουν τη μετάδοση της φλόγας, κυρίως κατά την επιφάνεια ή και ευνοούν το σχηματισμό άνθρακα και άλλων αδρανών υλικών και τελικά με κάποιους από τους μηχανισμούς που περιγράφηκαν πιο πάνω, επιβραδύνουν την καύση. Τα χρώματα αυτού του τύπου παρασκευάζονται με υλικά που περιέχουν κάποια από τα επιβραδυντικά υλικά που αναφέρθηκαν. • Χρώματα επιβραδυντικά φωτιάς με διόγκωση (intumescent fire retardant coatings, τα οποία με τη θέρμανση διογκώνονται, δημιουργώντας ένα πολυκυτταρικό στρώμα που είναι θερμομονωτικό. Με τον τρόπο αυτόν προστατεύονται κυρίως σιδηροκατασκευές από την υπερβολική αύξηση της θερμοκρασίας ώστε να κρατήσουν τις μηχανικές τους ιδιότητες για κάποιο καθορισμένο χρονικό διάστημα. Εκτός από τις σιδηρές κατασκευές, με τα χρώματα αυτά προστατεύονται και άλλα δομικά υλικά όπως τοίχοι, πόρτες, διαχωριστικά χώρου και άλλα. • Χρώματα επιβραδυντικά φωτιάς με διόγκωση - Τρόπος δράσης Καταρχήν αυτά μπορεί να είναι χρώματα ή μαστίχες (mastics). H διαφορά είναι το πάχος ξηρού υμένα: μερικά μικρόμετρα για τα χρώματα (100-1000 μ$) και μερικά χιλιοστά για τις μαστίχες (2-20 mm). Για μεγαλύτερη ευκολία στη συνέχεια αναφέρονται και τα δύο με τον όρο χρώματα. H τελική τους εξωτερική όψη δεν διαφέρει από τα συνηθισμένα χρώματα της αγοράς. Συνήθως τα χρώματα αυτά εφαρμόζονται πάνω από ένα κανονικό αστάρι, που να είναι φυσικά συμβατό με το υπόλοιπο σύστημα. Τα επιβραδυντικά χρώματα και μαστίχες μπορεί να μείνουν στην επιφάνεια σαν τελική στρώση ή μπορεί να επικαλυφθούν με μια τελική στρώση άλλου χρώματος κλασικού πάλι τύπου, και πάντα βέβαια συμβατού με το σύστημα. Λειτουργία επιβραδυντικού χρώματος Όταν το σύστημα εκτεθεί σε φλόγα / φωτιά, το επιβραδυντικό χρώμα αρχίζει να διογκώνεται και σχηματίζει ένα στρώμα στερεού αφρού, πάχους μέχρι και πάνω από 150-200 φορές το πάχος του αρχικού ξηρού υμένα του χρώματος. Αυτός ο αφρός απομονώνει και προστατεύει την επιφάνεια από την επίδραση της φωτιάς και της θερμότητας για μεγάλο χρονικό διάστημα. Σταματά τον καπνό, καθυστερεί την εξάπλωση της φλόγας και τη μεταφορά της θερμότητας. Πυράντοχες πόρτες Σύμφωνα με τον Ελληνικό Κανονισμό Πυροπροστασίας (Π.Δ. 71/1988) καθορίζεται η έννοια του πυράντοχου κουφώματος ως εκείνου που «δοκιμαζόμενου μαζί με όλο το σύστημα στήριξής του (κάσσες, μεντεσέδες, κλειδαριές, μπάρες, κ.λπ.) σε πρότυπη δοκιμασία πυραντίστασης, παρουσιάζει ένα συγκεκριμένο δείκτη πυραντίστασης». Όλες οι πυράντοχες πόρτες θα πρέπει να διαθέτουν μηχανισμό αυτόματου κλεισίματος που θα τις κρατά σε κλειστή θέση, όταν δεν χρησιμοποιούνται, ή σε περίπτωση πυρκαγιάς. Επίσης θα πρέπει από αυτές οι ανοιγόμενες να διαθέτουν μπάρες πανικού, ειδικές πυράντοχες κλειδαριές, πυράντοχους μεντεσέδες και πόμολα. Εάν απαιτείται υαλοστάσιο, θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν ειδικά πυράντοχα τζάμια με συρμάτινο πλέγμα ή διαφανή τζάμια πολλαπλών στρώσεων με φιλμς αφρού για ειδικότερες απαιτήσεις.
Τετάρτη 18 Ιουλίου 2007
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου